Περιστροφές σκέψης – Φένια Κινικλή

Περιστροφές σκέψης
∗∗∗∗∗
Σκέψεις ρευστές, ευμετάβλητες, ασαφείς. Μπερδεμένες ροές, ασύνδετες. Χωρίς άκρη και μέτρο. Απροσπέλαστες και αντιφατικές. Μακριά από κάθε λογικό ειρμό, έξω από κανόνες και ακολουθίες. Ψάχνω, αναμοχλεύω, αφουγκράζομαι, προσπερνώ. Και κάποτε σταματώ. Να δω όσες εδώ και καιρό μού κρύβονταν. Και ξαφνιάζομαι! Γιατί ξεχνώ πως υπήρχαν.

Συγγραφέας: Φένια Κινικλή
Εκδότης: Εκδόσεις Ηλία Επιφανίου
Επιμελητής: Θεοφορία Κινικλή
ISBN: 978-9963-271-55-9
Μέγεθος: 14 Χ 21
Σελίδες: 96
Είδος εξωφύλλου: Μαλακό
Έτος έκδοσης: 2018
Κατηγορία/είδος: πεζογραφία (αφηγήματα-διηγήματα)
ΒΡΑΒΕΙΟ “ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑΣ” ΑΠΟ ΤΟΝ Ε.Π.Ο.Κ. (2019)
Η συλλογή αφηγημάτων-διηγημάτων «περιστροφές σκέψης» της Φένιας Κινικλή κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ηλία Επιφανίου παγκύπρια σε όλα τα βιβλιοπωλεία.
Στην Ελλάδα διατίθεται στα βιβλιοπωλεία ΠΟΛΙΤΕΙΑ, ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ και ΙΑΝΟΣ.
Διατίθεται, επίσης, σε ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία, όπως: ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑ
Για ηλεκτρονικές παραγγελίες:

Η Φένια Κινικλή σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία και ακολούθως συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές στις Πολιτικές Επιστήμες και τις Διεθνείς Σχέσεις. Τα τελευταία χρόνια εργάζεται στον χώρο του βιβλίου. Έργα της, ποιητικά και πεζά, διακρίθηκαν σε πανελλήνιους και παγκόσμιους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. Αφηγήματα και διηγήματά της δημοσιεύονται κατά καιρούς σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά. Από τις Εκδόσεις Ηλία Επιφανίου κυκλοφορούν το μυθιστόρημα «Απρόσμενη καταιγίδα», το οποίo βραβεύτηκε ως «Βιβλίο της Χρονιάς 2017» στον 8ο Παγκόσμιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Ε.Π.Ο.Κ. Ελλάδος, και η συλλογή αφηγημάτων-διηγημάτων «περιστροφές σκέψης», η οποία βραβεύτηκε ως «Βιβλίο της Χρονιάς 2018» στον 9ο Παγκόσμιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Ε.Π.Ο.Κ. Ελλάδος. Από τον Ιανουάριο του 2019, είναι ιδρυτικό μέλος και γραμματέας του διοικητικού συμβουλίου του Ομίλου Λογοτεχνίας και Κριτικής.
Για επικοινωνία με τη συγγραφέα:
Παρουσίαση του βιβλίου

Φένια Κινικλή, Περιστροφές σκέψης,
Λευκωσία, Ηλίας Επιφανίου, 2018
Η βραβευμένη συγγραφέας Φένια Κινικλή (γ. 1983) σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία, και, σε μεταπτυχιακό επίπεδο, Πολιτικές Επιστήμες και Διεθνείς Σχέσεις, ενώ, κατά τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων, εργάζεται στον χώρο του βιβλίου. Το πρώτο βιβλίο της συγγραφέως κυκλοφόρησε το 2016. Πρόκειται για το μυθιστόρημα Απρόσμενη καταιγίδα (εκδ. Ηλία Επιφανίου), το οποίο βραβεύτηκε ως «Βιβλίο της Χρονιάς 2017» (9ος Παγκόσμιος Λογοτεχνικός Διαγωνισμός του Ε.Π.Ο.Κ.).
Οι Περιστροφές σκέψης (αφηγήματα – διηγήματα) κυκλοφόρησαν το 2018 (και πάλι από τις εκδ. Ηλία Επιφανίου) και είναι το δεύτερο λογοτεχνικό βιβλίο της Φ. Κινικλή. Η έκδοση, η οποία είναι αφιερωμένη στην οικογένεια της συγγραφέως, εκτείνεται σε 92 σελίδες και περιλαμβάνει 30 «περιστροφικά» κείμενα (φωτογραφία εξωφύλλου: Ανδρέας Πάμπουκκας). Όπως σημειώνει η ίδια η συγγραφέας στο «Αντί προλόγου» σημείωμά της, τα κείμενα αυτά συγκροτούν ένα σώμα από «ρευστές, ευμετάβλητες και ασαφείς» σκέψεις: «χωρίς άκρη και μέτρο», και «μακριά από κάθε λογικό ειρμό, έξω από κανόνες και ακολουθίες»· είναι, με λίγα λόγια, οι δικές της, προσωπικές σκέψεις, αφού «μέσα σε καθεμιά είμαι εγώ» (σσ. 9-10).
Τα κείμενα της έκδοσης αυτής αρθρώνονται σε δύο ενότητες. Στην πρώτη ενότητα περιλαμβάνονται τα κείμενα «Σε λευκό καμβά» (σσ. 13-14), «Μια βόλτα στα σύννεφα» (σσ. 15-16), «Παλέτα» (σσ. 16-18), «Βύθιση» (σσ. 19-20), «Δυο βήματα και ένα χαμόγελο» (σσ. 21-22), «Ακριβή μου τριανταφυλλιά» (σσ. 23-24), «Μια ανάσα μελωδίας» (σσ. 25-26), «Μακρινή ανατολή» (σσ. 27-28), «Άπιαστο όνειρο» (σσ. 29-30), «Το ταξίδι μας…» (σσ. 31-32), «Συγγνώμη» (σσ. 33-34), «Αν…» (σσ. 35-36), «Φεγγαρόφως» (σσ. 37-38), «Κράτα το όνειρο» (σ. 39), «Αυγή» (σσ. 40-41), «Στου ονείρου το βαγόνι» (σσ. 42-43), «Στο φως και στο σκοτάδι» (σσ. 44-45), «Ισορροπία» (σ. 46), «Οδοδείκτης» (σ. 47), «Μιας στιγμής σκέψεις…» (σσ. 48-49), «Ανοιξιάτικη ευχή» (σσ. 50-51) και «Μίλα μου…» (σσ. 52-53).
Προτού προχωρήσουμε στην παρουσίαση της πρώτης ενότητας της συλλογής, καλό είναι να γίνουν οι παρακάτω διευκρινίσεις: Έχοντας κατά νουν ότι τα όρια ανάμεσα στο αφήγημα και το διήγημα είναι κάποτε δυσδιάκριτα, θα λέγαμε ότι τα κείμενα της ενότητας αυτής εντάσσονται στην κατηγορία των ψυχολογικών αφηγημάτων/διηγημάτων τα οποία εμφορούνται από διάχυτο και σπάνιο λυρισμό, μολονότι και η άποψη ότι πρόκειται για ποιητικές πρόζες, δηλ. για ποιήματα σε πεζό, ή, έστω, για μεικτά κείμενα, δηλ. για κείμενα που κινούνται μεταξύ του πεζού και του ποιητικού λόγου, δεν φαίνεται να είναι χωρίς υποστηρικτική βάση – ο Ν. Βαγενάς, χρησιμοποιώντας τη γνωστή διάκριση της ποίησης από τον πεζό λόγο, σύμφωνα με την οποία η ποίηση παρομοιάζεται με χορό και ο πεζός λόγος με βάδισμα, αναφέρει, εύστοχα, ότι το πεζοτράγουδο «είναι ένα σώμα που από τη μέση και κάτω περπατά και από τη μέση και πάνω χορεύει» (Ν. Βαγενάς, «Γύρω από τις αρχές του ελληνικού μοντερνισμού», στον τόμο του ίδιου Η ειρωνική γλώσσα. Κριτικές μελέτες για τη νεοελληνική γραμματεία, Αθήνα, Στιγμή, 1994, σ. 82). Ό,τι και να συμβαίνει, πάντως, στα κείμενα της πρώτης ενότητας η δράση είναι σχεδόν πάντοτε εσωτερική.
Το πρώτο κείμενο («Σε λευκό καμβά») αποτελεί το εναρκτήριο λάκτισμα, το πρελούντιο της πρώτης ενότητας. Ταυτόχρονα όμως στο κείμενο αυτό προβάλλεται και το ερώτημα αν το νέο συγγραφικό εγχείρημα της συγγραφέως θα έχει αίσια, τελικά, έκβαση;
Ώρες στέκομαι και το κοιτώ. Κενό, λευκό, καθαρό, ψυχρό… Θόλωσαν τα μάτια να εστιάζουν πάνω του. Χίλιες εικόνες ζωγράφισα με το μυαλό μου, μα καμία δεν του ταιριάζει. Καμία δεν είναι τόσο δυνατή να ξεχωρίσει από τις υπόλοιπες, να δώσει έναυσμα στο χέρι να σηκωθεί από την ακαμψία του και ένα βήμα πιο κοντά του να με φέρει. Μήπως να δοκίμαζα με ένα λευκό χαρτί; Μήπως το μελάνι φτιάχνει πιο εύκολα εικόνες [παρά ένα πινέλο]; «Σε λευκό καμβά», σ. 13
Η μεταπήδηση από το πινέλο στο μελάνι, ή, ορθότερα, στον συγγραφικό χρωστήρα, είναι καθοριστική για τη γέννηση της έμπνευσης και την έναρξη της συγγραφικής διαδικασίας:
Κι εκεί, στο διάκενο της σκέψης και του βλέμματος, το χέρι απλώνεται μόνο του να βρει τον δρόμο του. Μια βαθιά ανάσα. Και ακόμη μία. Τόσες μονάχα χρειάστηκαν για να πάρουν μπρος τα δάχτυλα. Να αγκαλιάσουν πένα και χαρτί και να ριχτούν στο πέλαγος του νου, να μεταφέρουν τον μίτο του. Ό.π., σ. 14
Κατά τη γνώμη μας, οι παραπάνω σκέψεις οριοθετούν το πλαίσιο μέσα στο οποίο η Φ. Κινικλή σκοπεύει να κινηθεί στην πρώτη ενότητα του βιβλίου της: η «ποιητική» γραφή της συγγραφέως θα διέπεται από μια υπερρεαλίζουσα αύρα. Οι σκέψεις αυτές, και κυρίως οι φράσεις «το χέρι απλώνεται μόνο του» και «πέλαγος του νου», μας θυμίζουν, εν πολλοίς, τον βασικό ορισμό του υπερρεαλισμού, ότι δηλ. ο υπερρεαλισμός είναι ένα λογοτεχνικό κίνημα, σύμφωνα με το οποίο ένας λογοτέχνης, μέσω της αυτόματης γραφής, καταγράφει την έκφραση του υποσυνείδητού του χωρίς λογική επεξεργασία. Ευτυχώς όμως, όπως θα δούμε στη συνέχεια, η Φ. Κινικλή δεν μένει ώς εδώ. Αν έμενε ώς εδώ, το αποτέλεσμα θα ήταν αποκαρδιωτικό. Αντίθετα, η συγγραφέας καταφέρνει να τιθασεύσει τον χείμαρρο των εικόνων και των συναισθημάτων που πλημμυρίζουν τη σκέψη της, να τα εκλογικεύσει, να τα συναρμολογήσει και να τα παρουσιάσει με τέτοιον τρόπο, ώστε αυτά να ρυθμίζονται από έλλογη αλληλουχία: «Όπως θέλω τα αναμειγνύω. Και χρώματα και σκέψεις. Κι ας είναι αταίριαστα… […] Το κάθε ένα ξεχωριστά, μα και όλα μαζί, έχουν κάτι να πουν. Πάντα αναζητώ την αρμονία τους, με μαγεύει η δύναμή τους» («Παλέτα», σ. 17).
Τα κείμενα της πρώτης ενότητας περιστρέφονται γύρω από διάφορους θεματικούς άξονες, οι οποίοι όμως σε αρκετές περιπτώσεις λειτουργούν ως συγκοινωνούντα δοχεία: ο άνθρωπος πρέπει να εξέλθει από την άβυσσο, να ανέβει στην κορυφή και να αντικρίσει τον ήλιο, ενώ η ανάμειξη των χρωμάτων στην «ποιητική» παλέτα θα μορφοποιήσει τις σκέψεις του· το φως συμβάλλει στην απολυτρωτική αναγέννηση του βυθισμένου στο σκοτάδι ανθρώπου (μόνο το φως του ήλιου θα κατανικήσει το σκοτάδι και θα ζωντανέψει την ελπίδα)· τονίζεται η ανάγκη να παρθεί η απόφαση για την έναρξη της ανηφορικής πορείας και, αλληγορικά ασφαλώς, σκιαγραφείται ο ανανταπόδοτος έρωτας της μικρής δροσοσταλιάς για τη φωτοστεφανωμένη τριανταφυλλιά· η μουσική αναδεικνύει τα ποικίλα συναισθήματα του ανθρώπου· για να κατακτήσει κανείς το όνειρο, είναι αδήριτη ανάγκη να καταβάλει τεράστια προσπάθεια (χρειάζεται αυταπάρνηση και επιμονή)· είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ζήσει κανείς το ταξίδι· οι αναμνήσεις προφυλάσσουν από την επανάληψη των ίδιων λαθών· η συγγνώμη πρέπει να αποτελεί φάρο, φωτεινό ήλιο και οδηγό, και όχι το λιμάνι· ο άνθρωπος δεν πτοείται από τα «αν» της ζωής ή και τις αποτυχίες του, αλλά, αντίθετα, αγωνίζεται για την κατάκτηση του ονείρου του, το οποίο τρυπώνει παντού, «ακόμη κι εκεί όπου φαίνεται να έχει σβήσει κάθε ίχνος ελπίδας» («Στου ονείρου το βαγόνι», σ. 42)· το φως του φεγγαριού είναι καλό να συντροφεύει τα βήματα και τις σκέψεις του ανθρώπου, ενώ το όνειρο, όσο άπιαστο και ανέλπιστο κι αν είναι, δεν πρέπει να εγκαταλείπεται ποτέ· το πρώτο φως της μέρας αναπτερώνει την ελπίδα (ο άνθρωπος, άλλωστε, μόνο όταν εκμυστηρεύεται τον πόνο του σε κάποιον που νοιάζεται πραγματικά, αισθάνεται πραγματική ανακούφιση). Γενικά, τα σπονδυλωτά αυτά κείμενα αποτελούν, κατά τη γνώμη μας, πεζογραφικά/«ποιητικά» (προ)γυμνάσματα, τα οποία, τρόπον τινά, προλειαίνουν το έδαφος για τη μετάβασή μας στη δεύτερη, και σαφώς συνθετότερη, ενότητα της συλλογής.
Η δεύτερη ενότητα αποτελείται από τα διηγήματα «Υποδοχή» (σσ. 54-56), «Μέρα γιορτής» (σσ. 57-58), «Ελπίς αποδημήσασα» (σσ. 59-65), «Δώρο θεϊκό» (σσ. 66-68), «Επέτειος άγους» (σσ. 69-74), «Της επιστροφής και της λήθης» (σσ. 75-77), «Αιτών» (σσ. 78-80) και «Θαλασσινό κατευόδιο» (σσ. 81-85). Αν εξαιρέσουμε τα διηγήματα «Δώρο θεϊκό» (εκτυλίσσεται σ’ ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί, την Αστυπάλαια, σύμφωνα με προφορική μαρτυρία της συγγραφέως, και περιγράφει την ευεργετική και σωτήρια επίδραση που ασκεί ο Θεός στους καταποντισμένους ανθρώπους), «Αιτών» (ο ήρωας αναφέρεται στην κόρη του που δεν γνώρισε· και αυτό το διήγημα εστιάζει στη λυτρωτική παρουσία του Θεού) και «Θαλασσινό κατευόδιο» (είναι το πρώτο, χρονολογικά, διήγημα της συγγραφέως· γράφτηκε για έναν ιδιότυπο διαγωνισμό: οι διαγωνιζόμενοι έπρεπε να γράψουν ένα κείμενο αφορμώμενοι από μια/κάποιες εικόνα,-ες), τα υπόλοιπα διηγήματα, τα οποία συναπαρτίζουν τα πιο εκλεκτά κείμενα ολόκληρης της έκδοσης, αρύονται τη θεματική τους από τις συνέπειες της τουρκικής εισβολής του 1974. Στο σημείο αυτό αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο η Φ. Κινικλή όσο και οι γονείς της κατάγονται από την Ελλάδα, και ότι δεν έχουν κάποια συγγενική σχέση με την Κύπρο. Ωστόσο, η συγγραφέας δεν διστάζει να συνθέσει, και μάλιστα με αξιοπρόσεκτη επιτυχία, διηγήματα τα οποία εντάσσονται σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη θεματική κατηγορία. Η συνειδητή αυτή επιλογή συνδέεται ασφαλώς με το ότι η Φ. Κινικλή έζησε περισσότερα χρόνια στην Κύπρο παρά στην Ελλάδα και υπήρξε μαθήτρια των τελευταίων τάξεων της κυπριακής Μέσης Εκπαίδευσης. Επομένως, η συγγραφέας δεν δυσκολεύτηκε να ακουμπήσει το στηθοσκόπιό της πάνω στο λαβωμένο σώμα της Κύπρου και να αφουγκραστεί με συγκίνηση τις αγωνίες, τις λαχτάρες και τις ιστορικές τραγωδίες που βίωσαν οι «κουρσεμένες ψυχές» των κατοίκων της κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών, με επικέντρωση της στόχευσής της στα συμπαρομαρτούντα της τουρκικής εισβολής: «Σαράντα και πλέον χρόνια από εκείνο το καλοκαίρι. Σαράντα και πλέον χρόνια από εκείνη τη μελανή κουκίδα στον καμβά της ιστορίας του τόπου του. Σαράντα και πλέον χρόνια μνημοσύνων και πένθιμων στεναγμών» («Επέτειος άγους», σ. 71).
Η «Υποδοχή» έχει ως θέμα την επίσκεψη ενός πρόσφυγα στο κατεχόμενο σπίτι του, προφανώς ύστερα από τη διάνοιξη των οδοφραγμάτων (2003 κ.ε.). Η πόλη από την οποία κατάγεται ο βουβός πρωταγωνιστής δεν κατονομάζεται, ίσως επειδή η συγγραφέας ήθελε, τουλάχιστον σ’ ένα πρώτο επίπεδο, να συμπεριλάβει και τις δύο πόλεις της κατεχόμενης γης μας (καίτοι ορισμένες αναφορές, όπως, για παράδειγμα, το άρωμα των λεμονανθών, η κατάφυτη λωρίδα της γης και η εκκλησία του Αρχαγγέλου, είναι δηλωτικές για να εικάσει κανείς ποια από τις δύο κατεχόμενες πόλεις υπονοείται εδώ). Ιδιαίτερα παραστατικές είναι οι εικόνες από την τουρκική εισβολή. Ακόμη και σήμερα, ο ήρωας του διηγήματος δεν κατάφερε να απαλλαγεί από την «εκκωφαντική βουή» (σ. 55) των αεροπλάνων, των βομβαρδισμών, των πυροβολισμών, των σπαραξικάρδιων κραυγών των συμπατριωτών του.
Η «Μέρα γιορτής» δημιουργεί, αρχικά, την εντύπωση ότι η συγγραφέας πραγματεύεται ένα, αν μη τι άλλο, πιο ευχάριστο θέμα. Ωστόσο, ο αναγνώστης γρήγορα συνειδητοποιεί ότι πίσω από τη γιορτή αυτή κρύβεται ένας τραγικά επαναλαμβανόμενος ψυχικός θάνατος. Με βάση τα συμφραζόμενα, συνάγεται ότι, πριν από την τουρκική εισβολή, ο ήρωας, κάθε φορά που είχε την ονομαστική του γιορτή, ξεφάντωνε «με φίλους, γνωστούς και αγνώστους», τιμώντας, έτσι, και το «το όνομα που είχε κληρονομήσει από τον παππού του» (σ. 58). Ωστόσο, τη μέρα της γιορτής του, στις 20 Ιουλίου του 1974, και ενώ «αστραπόβροντα έσκισαν αίφνης τον ουρανό, και έκαναν τη γη να σείεται, […] ο ίδιος βρέθηκε με μια σταβοτιμονιά μια μόλις ανάσα μακριά από τον θάνατο κι αντάλλαξε τη δική του ζωή με άλλες δύο…» (ό.π.). Από τότε η μέρα αυτή στοιχειώνει τη μνήμη του ανώνυμου ήρωα (πάντως, σύμφωνα με το εορτολόγιο των ελληνικών ονομάτων, στις 20 Ιουλίου γιορτάζουν όσοι φέρουν το όνομα Ηλίας).
Το βραβευμένο διήγημα «Ελπίς αποδημήσασα» είναι ίσως το καλύτερο διήγημα της συλλογής. Εδώ, η συγγραφέας δίνει τον καλύτερο εαυτό της και καταφέρνει να αναδείξει το πλούσιο ταλέντο της. Ο ήρωας, «γιος του σταυραετού και της εσταυρωμένης ελπίδας» (σ. 59), έχασε τον πατέρα του κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής (η σορός του πατέρα δεν εντοπίστηκε, γι’ αυτό και το όνομά του ήταν στον κατάλογο των αγνοουμένων): «εκείνου του πατέρα που δεν γνώρισα, μα που στις φλέβες μου τρέχει το ηρωικό του αίμα» (ό.π.). Η απώλεια του πατέρα τσάκισε και τη μάνα του ήρωα, μέχρι που «παραδόθηκε στη φθορά της θλίψης και του καημού της» (σ. 60). Έτσι, ο ήρωας, από την τρυφερή ηλικία των 10 χρόνων, ζούσε μαζί με τη γιαγιά του: «Έμεινα μόνος εκεί στα ξένα, να ψάχνω λίγη ζεστασιά στον κόρφο της ξεριζωμένης γερόντισσας γιαγιάς μου, που δεν έπαψε λεπτό να μοιρολογεί τον χαμένο της γιο και να πενθεί για την κουρσεμένη της πατρίδα» (ό.π.). Ύστερα από αρκετά χρόνια, το 2014, ο ήρωας επιστρέφει στην Κύπρο και στέκεται «μπροστά από το ξύλινο οστεοφυλάκιο, το τυλιγμένο με τη γαλανόλευκη, να το κοιτάζω σαστισμένος» (σ. 62). Το οδοιπορικό του στην κατεχόμενη γη, ένα οδοιπορικό – ιερό προσκύνημα, ζωντάνεψε μπροστά του τις αναμνήσεις της μάνας του και της γιαγιάς του. Εκείνο όμως που συντάραξε συθέμελα τον ήρωα ήταν η παράδοση των ιερών οστών του πατέρα του, αλλά και το κουρελιασμένο στρατιωτικό του πουκάμισο πάνω στο οποίο ξεχώριζε η «σχισμή από το μοιραίο βόλι κατάστηθα» (σ. 63). Η περιγραφική δύναμη της εικόνας αυτής δημιουργεί συναισθηματική φόρτιση και εντείνει την τραγικότητα. Τα οστά του πατέρα του ήρωα παραπέμπουν συνεκδοχικά σε όλους εκείνους τους συμπατριώτες μας, οι οποίοι δήλωσαν «παρών» στο κάλεσμα της πατρίδας και έπεσαν μαχόμενοι για την προάσπιση της εθνικής μας ελευθερίας.
Στην «Επέτειο άγους» ο ήρωας συγκαταλέγεται στους επιζώντες πολεμιστές από την τουρκική εισβολή. Ωστόσο, τα ψυχικά τραύματα ήταν τόσο έντονα, ώστε προτιμούσε «να είχε κλείσει κι εκείνος τα μάτια του εκεί, μαζί με τους άλλους, να έφευγαν τα νιάτα τους παρέα» (σ. 71). Προϊόντος του χρόνου, τα τραύματά του άρχισαν να επουλώνονται, με εξαίρεση το τραύμα της καρδιάς, αφού «εκείνο παρέμενε ανοιχτό, να αιμορραγεί σε κάθε χτύπο της» (ό.π.). Κάθε μαύρη επέτειο της τουρκικής εισβολής, ο ήρωας μεταβαίνει στην κατεχόμενη γενέτειρά του. Και εκεί οι εικόνες ζωντανεύουν ξανά. Καταλήγει στο «ύψωμα του λόφου» (σ. 73), στο κοιμητήριο, όπου είναι θαμμένοι οι δικοί του. Για τον ίδιο, το κοιμητήριο αυτό αποτελούσε το «βαρύτιμο καθαρτήριό» του (σ. 74), έτσι ώστε η ψυχή του να περάσει από τη δοκιμασία της κάθαρσης και να εξαγνιστεί.
Τέλος, το αμέσως επόμενο διήγημα, το οποίο τιτλοφορείται «Της επιστροφής και της λήθης», μολονότι κινείται σ’ ένα πιο αφαιρετικό επίπεδο, και παρά τις διαπιστωμένες (θεματικές κ.ά.) αποκλίσεις, λειτουργεί ως μικρογραφία του προηγούμενου διηγήματος (οι φράσεις «ήλιος του καλοκαιριού» και «αεράκι του νοτιά» εμφανίζονται και στα δύο διηγήματα, ίσως για να επικυρώσουν την εσωτερική τους ενότητα). Εδώ, η επιστροφή του ήρωα στην κατεχόμενη γενέτειρά του, ύστερα από 40 χρόνια, και ενώ η ζωή του άρχισε να βάφεται με τα χρώματα του δειλινού, ανακουφίζει τον πόνο του και απολυτρώνει την ψυχή του: «Τώρα, που τα βήματά του ήταν μετρημένα και οι ώρες του βασίλευαν, όλα μέσα του επαναστατούσαν. […] Γι’ αυτό είχε επιστρέψει. Για να μπορέσει να φύγει· αυτή τη φορά για πάντα» (σσ. 76-77).
Όπως είναι γνωστό, κανένα μεταγενέστερο (έμμετρο ή και πεζό) κείμενο δεν μπορεί να είναι εντελώς αυτόνομο και «αυτοσυντήρητο», αφού σε αυτό εγκατασπείρονται, είτε εκούσια είτε ακούσια, στοιχεία/μέρη/αποσπάσματα/χαρακτηριστικές εικόνες από άλλα, προγενέστερα κείμενα. Τέτοιες «συνομιλίες» με παλιότερους συγγραφείς εντοπίζονται ασφαλώς και στις Περιστροφές σκέψης της Φ. Κινικλή. Στην πλειονότητά τους οι «συνομιλίες» αυτές φαίνεται να αποτελούν επεξεργασμένες αναμνήσεις της συγγραφέως από συγγραφείς του «επίσημου» λογοτεχνικού κανόνα. Για παράδειγμα, ο θεματικός πυρήνας του αποσπάσματος «Για μένα βρίσκονται εδώ. Όλα αυτά τα χρόνια… Δεν έχουν μετακινηθεί ρούπι. Εδώ είναι, με περιμένουν, με ρίζες δυνατές, βαθιές, ακέραιες. Εδώ ακριβώς» («Αντί προλόγου», σ. 9), ίσως έχει την αφετηρία του στο καβαφικό ποίημα «Η πόλις», μολονότι η στοχοθεσία του αλεξανδρινού ποιητή είναι εντελώς διαφορετική. Πιο σίγουρη, πάντως, φαίνεται να είναι η «εξάρτηση» της συγγραφέως από την καβαφική «Ιθάκη»: «Και η αρχή γίνεται, από εδώ, απόψε. Τώρα ξεκινάμε. Κι ας είναι μακρύς ο δρόμος, δεν έχει σημασία. Να ζήσουμε το ταξίδι, αυτό μετράει» («Το ταξίδι μας…», σ. 32)· «Από εδώ ξεκινάει το ταξίδι με ελπίδες και όνειρα και προσδοκίες. Κι ας είναι μακρύς ο δρόμος» («Θαλασσινό κατευόδιο», σ. 84). Επίσης, η έντονη παρουσία του απολυτρωτικού ήλιου σχεδόν σε ολόκληρη τη συλλογή της Φ. Κινικλή ενδεχομένως να αποτελεί μακρινό ή και κοντινό απόηχο των συνδηλώσεων και των σημασιών που προσλαμβάνει ο ήλιος, και γενικότερα το φως, στην ποίηση του Ο. Ελύτη. Αλλά και ο Γ. Σεφέρης φαίνεται να συγκαταλέγεται στους ποιητές που έχουν ασκήσει επιρροή στη Φ. Κινικλή. Πιο συγκεκριμένα, η άποψη της συγγραφέως ότι το φεγγάρι είναι «μέγας θεατρίνος της σκηνής» («Φεγγαρόφως», σ. 37) οδηγεί τη σκέψη μας στην ποίηση του Γ. Σεφέρη, στην οποία το φως του φεγγαριού νοθεύει και αλλοιώνει την πραγματικότητα, και δημιουργεί ψεύτικες εντυπώσεις. Ο Γ. Σεφέρης, σε ορισμένες περιπτώσεις τουλάχιστον, έχει επηρεάσει τη συγγραφέα και σε λεξιλογικό επίπεδο (βλ., π.χ., τις σεφερικές λέξεις «ακροθαλάσσι» και «θαλασσοφίλητη», οι οποίες χρησιμοποιούνται σε κείμενα της δεύτερης ενότητας των Περιστροφών σκέψης [σσ. 59, 69, 71-73]). Τέλος, στο διήγημα «Ελπίς αποδημήσασα», όταν εντοπίστηκαν τα οστά του πατέρα, ο ήρωας-αφηγητής παρατηρεί ότι «το όνομα του [πατέρα του] το μαρτύρησαν τα ιερά του οστά» (σ. 63). Το θέμα της αναγνώρισης ενός ήρωα από τα οστά του φέρνει στο μυαλό μας τον «Αποχαιρετισμό» του Γ. Ρίτσου: «Ο πατέρας θα με γνωρίσει […] απ’ τις χοντρές ελληνικές κοκάλες μου». Τέλος, στο ίδιο διήγημα το μοτίβο του ανθρώπου που έχασε τον πατέρα του κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής υπάρχει και στο αρκετά προγενέστερο ποίημα του Κ. Χαραλαμπίδη με τίτλο «Στα στέφανα της κόρης του» (εκτός κι αν πρόκειται για απλή σύμπτωση· πάντως και στα δύο έργα δίνεται, αρχικά, η εντύπωση ότι ο πατέρας δεν είναι νεκρός αλλά αγνοούμενος).
Κλείνοντας, ας αναφερθεί ότι ένα από τα πιο ποιοτικά υφολογικά χαρακτηριστικά της Φ. Κινικλή είναι ότι ορισμένες προτάσεις ή προτασιακά σύνολα παρουσιάζουν νοηματική αυτοτέλεια, και μάλιστα έχουν έντονο αποφθεγματικό χαρακτήρα: «Εύκολο είναι να φτιάξεις το κάτι από το τίποτα;» (σ. 13)· «Χρειάζεται πού και πού να κοιτάζεις πίσω σου… Να κλείνεις τα μάτια για λίγο, να βουτάς στις αναμνήσεις και να αναδύεσαι με αγαλλίαση, πιο δυνατός, πιο ήρεμος, πιο σίγουρος» (σ. 31)· «[Για τη συγγνώμη:] Βρέξε με κουράγιο τα χείλη και άρθρωσέ την» (σ. 33)· «[Για το φεγγάρι:] Όπως και να ’ναι, και στη φεγγαράδα μα και στην κατήφεια του ακόμη, κάτι έχει να σου πει» (σ. 37)· «Μα τί κι αν γέρνεις πλαγιαστά; Τί κι αν δεν ευθυγράμμισες ποτέ την τεθλασμένη σου; Τρίκλισες, μα ώς το τέλος το προσπάθησες!» (σ. 46)· «Τις στρόφιγγες του μυαλού σου άνοιξε και μίλα μου. Να ξαλαφρώσεις. Να φύγει λίγο βάρος από τους ώμους, να ανοίξει λίγο η ανάσα, να χτυπήσει πιο γοργά η καρδιά. Να νιώσεις ότι μοιράζεσαι, ότι ακουμπάς και αφήνεσαι…» (σσ. 52-53). Επιπρόσθετα, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι η Φ. Κινικλή γνωρίζει (και χειρίζεται) πολύ καλά την ελληνική γλώσσα, με αποτέλεσμα να μην παρατηρούνται νοηματικές ασάφειες, ασυνταξίες, αδόκιμοι συνδυασμοί λέξεων κτλ. Σε αρκετές, μάλιστα, περιπτώσεις οι καταγεγραμμένες σκέψεις της συγγραφέως είναι εντελώς απαλλαγμένες από περιττά επίθετα και άλλα φραστικά βαρίδια. Η επιλογή αυτή, σε συνδυασμό με την επίταξη των ρημάτων (δεν είναι λίγες οι φορές κατά τις οποίες τα ρήματα τοποθετούνται εντελώς στο τέλος των προτάσεων), προσδίδει στον λόγο αμεσότητα, ζωντάνια και παραστατικότητα. Γενικά, η Φ. Κινικλή βρίσκεται σε μια μεταιχμιακή φάση. Όπως κάθε νέος λογοτέχνης, έτσι και η συγγραφέας των Περιστροφών σκέψης, σε μια προσπάθειά της να γνωρίσει και να συνειδητοποιήσει τις εσώτερες επιθυμίες της, πειραματίζεται, δοκιμάζει και δοκιμάζεται. Και είναι βέβαιο ότι πίσω από τους πειραματισμούς αυτούς κρύβεται ένα αυθεντικό ταλέντο. Στο χέρι της είναι, λοιπόν, να αξιοποιήσει το ταλέντο αυτό και, σύντομα, να δώσει δείγματα γραφής, τα οποία θα την τοποθετήσουν δίπλα από σημαντικούς λογοτέχνες της κυπριακής και της ευρύτερης νεοελληνικής λογοτεχνίας (το διήγημα «Ελπίς αποδημήσασα» μπορεί, κατά τη γνώμη μας, να αποτελέσει το προζύμι για ακόμη πιο ποιοτικές συγγραφικές δοκιμές). Η δική μας συμβουλή προς την ταλαντούχα λογοτέχνιδα είναι να αυξήσει τα ποσοστά της εξωτερικής δράσης (και να μειώσει, ασφαλώς, τα αντίστοιχα ποσοστά της εσωτερικής δράσης, η οποία, κακά τα ψέματα, όταν είναι εκτενής, απορρυθμίζει την αναγνωστική ετοιμότητα).
Κυριάκος Ιωάννου
Απόψεις και κριτικές για το βιβλίο
Αν τα χρώματα γινόντουσαν σκέψεις, αν τα αρώματα γινόντουσαν λέξεις, αν οι μελωδίες γινόντουσαν εκφράσεις… τότε θα είχαν μόνο έναν τίτλο… Περιστροφές Σκέψης! Σκέψεις ανυπάκουες, εσωτερικές, δαιδαλώδεις, μπερδεμένες, ευμετάβλητες, χωρίς όριο και μέτρο. Σκέψεις έξω από πρέπει και κανόνες. Αυτές τις σκέψεις μοιράζεται μαζί μας η Φένια Κινικλή και μας ταξιδεύει στα πιο βαθιά μονοπάτια της ψυχής μας. Μονοπάτια που εμείς οι ίδιοι διστάζουμε να διαβούμε. Μονοπάτια που μέσα από τις λέξεις ανοίγονται μπροστά μας και μας προκαλούν να τα εξερευνήσουμε.
Και όταν τολμήσουμε να τα περπατήσουμε, να τα απολαύσουμε, σεργιανίζοντας μέσα από αυτά, θα δούμε τον αληθινό μας εαυτό. Θα γνωρίσουμε τον λευκό καμβά της ψυχής μας και να τον ζωγραφίσουμε με τα πιο ζωντανά χρώματα. Αρκεί να αφεθούμε. Αρκεί να ελευθερωθούμε από όλα όσα μας πνίγουν. Αρκεί να ταξιδέψουμε στα σύννεφα. Να κοιτάξουμε τον μουντό ουρανό και να διακρίνουμε το φως του ήλιου που κρύβεται από πίσω του.
Αφηγήματα και διηγήματα, που με ταξίδεψαν. Κάθε ένα από αυτά και μία ενδόμυχη σκέψη μου. Σε κάθε ένα ξεχωριστά και σε όλα μαζί είδα κομμάτια του εαυτού μου. Είδα εμένα. Ιστορίες άλλων, που όμως τις ένοιωθα δικές μου. Και μόλις τελείωνε η μία ιστορία είχα την ανάγκη να κλείσω το βιβλίο και να συναντήσω εμένα. Να συζητήσω με τον εαυτό μου. Να του πω όλα όσα διστάζω να παραδεχτώ. Άγχη, φοβίες, αποφάσεις, όλα όσα χάραξαν τα δικά τους σημάδια στη ζωή μου.
Και τις διάβασα ξανά. Γιατί η συνάντηση με τον εαυτό μου με γέμισε πληρότητα. Μου γέννησε συναισθήματα όμορφα, αλλά και ανήσυχα. Μου δημιούργησε σκέψεις και απορίες που ήθελα να αντιμετωπίσω ξανά. Περιστροφές έκαναν οι σκέψεις μέσα στο μυαλό μου. Και έβρισκαν διέξοδο στις ιστορίες της Φένιας Κινικλή. Ανάγκη από ταξίδι είχε η ψυχή μου και το έζησε μέσα απο το ταξίδι της νοσταλγίας του παρελθόντος. Και ας θυμήθηκα στιγμές καλές, αλλά και στιγμές πικρές. Ακόμα και αυτές διαμόρφωσαν τον χαρακτήρα μου.
Και πλημμύρισε με αν το μυαλό μου. Όπως στην ιστορία “Αν…” … Πόσα αν θυμήθηκα, πόσα αν καινούργια εμφανίστηκαν. Και θέριεψαν μέσα μου τα Αν. Και ευχαριστήθηκε η καρδιά μου όταν συνειδητοποίησα ότι τελικά δεν έμεινε στάσιμη η ύπαρξή μου. Ηρέμησε το μέσα μου όταν είδα ότι, παρά τα “αν”, βρήκα τρόπο να αναμετρηθώ μαζί τους και να αλλάξω τον δρόμο της ζωής μου.
Περιστροφές Σκέψης… Ένα βιβλίο γεμάτο συγκίνηση, αναζήτηση, φόβο, αγάπη, λύτρωση… Ένα δώρο προς τον ίδιο μας τον εαυτό…
Χρυσή-Σίσυ Αγγελίδου
http://www.aisthisis.gr/vivlioaisthiseis/vivlioprotaseis/peristrofes-skepsis-fenia-kinikli
Booktrailer
Απόσπασμα και φωτογραφίες


